Αυτό επιβεβαιώνει νεώτερη έρευνα του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), στην οποία εξετάζεται η κατανομή των εισοδημάτων στις 34 χώρες-μέλη του οργανισμού. Έξαρση του φαινομένου στη Γερμανία.
«Είμαστε διαχωρισμένοι – Γιατί μεγαλώνει η ανισότητα»; Με αυτόν τον τίτλο εξετάζει η έκθεση του ΟΟΣΑ την ανισοκατανομή των εισοδημάτων στα 34 κράτη-μέλη του οργανισμού. Καταλήγει μάλιστα στην ξεκάθαρη διαπίστωση, ότι η ψαλίδα μεταξύ φτωχών και πλουσίων ανοίγει περισσότερο. Η κοινωνική ανισότητα παίρνει ανησυχητικές διαστάσεις κυρίως στη Γερμανία, όπου οι υψηλόμισθοι κερδίζουν κατά μέσο όρο οκτώ φορές περισσότερα χρήματα από τους χαμηλόμισθους.
Αύξηση της μερικής απασχόλησης
Η κ. Μόνικα Κβάισερ, μία εκ των των συντακτών της έκθεσης σημειώνει, ότι«εν μέρει αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι άνθρωποι δουλεύουν λιγότερο. Πριν από 20 χρόνια δούλευαν κατά μέσο όρο 1000 ώρες ετησίως. Αυτές μειώθηκαν πλέον στις 900, ενώ οι υψηλόμισθοι εργάζονται 2200 ώρες το χρόνο. Και αυτό δείχνει ότι υπάρχει ισχυρότερη πόλωση ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς».
Βασικός παράγοντας της αυξανόμενης κοινωνικής ανισότητας αποτελεί, σύμφωνα με την έρευνα του ΟΟΣΑ, και η αύξηση του αριθμού των μερικώς απασχολουμένων. Αν και η μερική απασχόληση προσφέρει εργασία σε περισσότερες γυναίκες, δεν τους δίνει όμως κατόπιν ευκαιρίες πλήρους απασχόλησης και καριέρας, καθώς δεν υπάρχουν επαρκείς δυνατότητες μέριμνας για τα παιδιά τους.
Οι κυβερνήσεις μπορούν και πρέπει να κάνουν κάτι
Η έρευνα του ΟΟΣΑ διαφωνεί με τις περικοπές στον εκπαιδευτικό τομέα, παρά την κρίση, θεωρώντας ένα καλό εκπαιδευτικό σύστημα σε όλες τις βαθμίδες του ως τον βασικότερο παράγοντα βελτίωσης των όρων απασχόλησης.
Στην αύξηση της κοινωνικής δικαιοσύνης συμβάλλει σε δεύτερο επίπεδο και η ανακατανομή των φορολογικών βαρών. Παράλληλα σημαντικότερη από ποτέ θεωρεί ο ΟΟΣΑ τη φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών μεταξύ των κρατών. Αυτός είναι ένας τρόπος για να εξισορροπηθούν οι εισοδηματικές απώλειες των ανθρώπων με χαμηλότερα εισοδήματα, ειδικά σε αυτό το χρονικό σημείο, όπου η ύφεση διευρύνει την κοινωνική ανισότητα δημιουργώντας εντάσεις.
Η κ. Κβάισερ κλείνοντας τονίζει, ότι «υπάρχουν κινήματα νέων στην Ισπανία, στο Ισραήλ, το κίνημα ‘Κατάληψη της Wall Street». Σε πολλές χώρες οι άνθρωποι λένε ‘φτάνει πιά’, δε συμμετέχουμε σε αυτήν την πρόοδο. Και υπάρχει ένα 0,1% των καλύτερα αμειβόμενων, οι οποίοι κερδοσκοπούν αδιαφορώντας για όλους τους υπόλοιπους. Αν η μεσαία τάξη νιώθει ότι κινδυνεύει και ότι δεν έχει μέλλον, τότε μειώνεται και η προθυμία πληρωμής φόρων και συμμετοχής στην αναδιανομή» Η κ. Κβάισερ θεωρεί πως οι κυβερνήσεις μπορούν και πρέπει να συμβάλουν στο να σταματήσει άμεσα αυτή η επικίνδυνη τάση.
Η κ. Μόνικα Κβάισερ, μία εκ των των συντακτών της έκθεσης σημειώνει, ότι«εν μέρει αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι άνθρωποι δουλεύουν λιγότερο. Πριν από 20 χρόνια δούλευαν κατά μέσο όρο 1000 ώρες ετησίως. Αυτές μειώθηκαν πλέον στις 900, ενώ οι υψηλόμισθοι εργάζονται 2200 ώρες το χρόνο. Και αυτό δείχνει ότι υπάρχει ισχυρότερη πόλωση ανάμεσα σε πλούσιους και φτωχούς».
Βασικός παράγοντας της αυξανόμενης κοινωνικής ανισότητας αποτελεί, σύμφωνα με την έρευνα του ΟΟΣΑ, και η αύξηση του αριθμού των μερικώς απασχολουμένων. Αν και η μερική απασχόληση προσφέρει εργασία σε περισσότερες γυναίκες, δεν τους δίνει όμως κατόπιν ευκαιρίες πλήρους απασχόλησης και καριέρας, καθώς δεν υπάρχουν επαρκείς δυνατότητες μέριμνας για τα παιδιά τους.
Οι κυβερνήσεις μπορούν και πρέπει να κάνουν κάτι
Η έρευνα του ΟΟΣΑ διαφωνεί με τις περικοπές στον εκπαιδευτικό τομέα, παρά την κρίση, θεωρώντας ένα καλό εκπαιδευτικό σύστημα σε όλες τις βαθμίδες του ως τον βασικότερο παράγοντα βελτίωσης των όρων απασχόλησης.
Στην αύξηση της κοινωνικής δικαιοσύνης συμβάλλει σε δεύτερο επίπεδο και η ανακατανομή των φορολογικών βαρών. Παράλληλα σημαντικότερη από ποτέ θεωρεί ο ΟΟΣΑ τη φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών μεταξύ των κρατών. Αυτός είναι ένας τρόπος για να εξισορροπηθούν οι εισοδηματικές απώλειες των ανθρώπων με χαμηλότερα εισοδήματα, ειδικά σε αυτό το χρονικό σημείο, όπου η ύφεση διευρύνει την κοινωνική ανισότητα δημιουργώντας εντάσεις.
Η κ. Κβάισερ κλείνοντας τονίζει, ότι «υπάρχουν κινήματα νέων στην Ισπανία, στο Ισραήλ, το κίνημα ‘Κατάληψη της Wall Street». Σε πολλές χώρες οι άνθρωποι λένε ‘φτάνει πιά’, δε συμμετέχουμε σε αυτήν την πρόοδο. Και υπάρχει ένα 0,1% των καλύτερα αμειβόμενων, οι οποίοι κερδοσκοπούν αδιαφορώντας για όλους τους υπόλοιπους. Αν η μεσαία τάξη νιώθει ότι κινδυνεύει και ότι δεν έχει μέλλον, τότε μειώνεται και η προθυμία πληρωμής φόρων και συμμετοχής στην αναδιανομή» Η κ. Κβάισερ θεωρεί πως οι κυβερνήσεις μπορούν και πρέπει να συμβάλουν στο να σταματήσει άμεσα αυτή η επικίνδυνη τάση.
Evi Seibert / Άρης Καλτιριμτζής
Υπεύθ. σύνταξης: Βιβή Παπαναγιώτου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου