Κυριακή 25 Μαρτίου 2012

ΑΜΦΙΣΣΑ : Η ΑΦΕΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ ΤΟΥ 1821


175 χιλιόμετρα από την Αθήνα και 371 από τη Θεσσαλονίκη βρίσκεται η πρωτεύουσα του νομού Φωκίδας.
Η Άμφισσα. Αυτή η γνωστή από αρχαιοτάτων χρόνων πόλη,
Υπήρξε η αφετηρία της Επανάστασης του 1821 με αρχηγούς τον Πανουργιά το Διάκο,τον Διοβουνιώτη και άλλους
Η επανάσταση ξεκίνησε στις 24 ΜΑΡΤΙΟΥ 1821 πριν την κήρυξή της επανάστασης στην Πελοπόννησο.
Ήταν η πρώτη πόλη της Ελλάδος που απελευθερώθηκε από την κυριαρχία των Τούρκων.


Στην Άμφισσα έγινε επισης η πρώτη Εθνοσυνέλευση για το Σύνταγμα της Ελλάδος μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους
Το κτίριο που έγινε η εθνοσυνέλευση σώζετε ακόμα μέχρι σήμερα και στεγάζει το αρχαιολογικό Μουσείο με αξιόλογα ευρήματα
Η 'Άμφισσα, αρχαιότατη πόλη των Εσπερίων ή Οζολών Λοκρών, ήταν χτισμένη στη θέση που βρίσκεται σήμερα, στους πρόποδες του όρους Έλατος, κάτω από τον όγκο του ιστορικού και θρυλικού Κάστρου των Σαλώνων.
Η μυθική Άμφισσα, ερωμένη του Απόλλωνα, ήτα κόρη του Μάκαρος και εγκονή του Αιόλου. Κατά τον Αριστοτέλη "Άμφισσα ονομάσθη δια το όρεσιν περιέχεσθαι". Η ερμηνεία αυτή πρέπει να θεωρηθεί σωστή, γιατί η πόλη περιβάλλεταο από πλήθος βουνών και λόφων μεταξύ Γκιώνας και Παρνασσού.
Η Άμφισσα κατοικείτο από τους πανάρχαιους χρόνους, όπως φαβερώνουν τα λείψανα των κυκλώπειων τειχών της ακροπόλεως της. Ο παυσανίας κατονομάζει δύο τάφους : της ηρωίδος Αμφίσσης και του Ανδραίμονος, που ήταν γιός του βασηλιά των Αιτωλών και ήρωα του Τρωικού Πολέμου Θόαντος.
Ανασκαφικά ευρήματα αποκαλύπτουν πως η Άμφισσα από το τέλος του 8ου αι. π.Χ. διατηρούσε εμπορικές σχέσεις με τη Κόρινθο και τις πόλεις της ΒΔ Πελοποννήσου.
Κατά τον 7ο αι. π.Χ. η Άμφισσα οργανώνεται ως πόλη-κράτος με ανάπτυξη στις τέχνες και το εμπόριο, ακμή που διαρκεί επί τρεις τουλάχιστον αιώνες. ΄Ενα μέρος των κατοίκων της πόλεως μεταναστεύει στην Κάτω Ιταλία το 653 π.Χ. και ιδρύει την αποικία Λοκροί Επιζεφύριοι.
Στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου (431-404 π.Χ.) οι Αμφισσείς τάσσονται με το μέρος των Σπαρτιατών, εναντίον των Αθηναίων.
Ο βασιλιάς της Μακεδονίας Φίλιππος το 338 π.Χ. καλεσμένος από τους Αμφικτίονες κατά των Γ' Ιερό πόλεμο, κατέστρεψε την αρχαία ακρόπολη και κατέσκαψε εκ θεμελίων την Άμφισσα για να τιμωρήσει τους Αμφισσείς, επειδή καλλιέργησαν κτήματα του Κρισσαίου Πεδίου που ανήκαν στη δικαοδοσία του Αμφικτιονικού Συνεδρίου.
Η Άμφισσα οικοδομήθηκε εκ νέου για να αποτελέσει μέλος της πανίσχυρης Αιτολική Συμπολιτείας και (μαζί με τη Ναύπακτο) μια από τις σπουδαιότερες πόλεις της. =
Στις αρχές του 2ου π.Χ. αιώνα η Άμφισσα βρισκόταν στη μέγιστη ακμή της. Σϋμφωνα με το δόγμα της Ρωμαϊκής Συγκλήτου αποτέλεσε πόλη-κράτος και πρωτεύουσα των Εσπερίων (ή Οζολών) Λοκρών. Είχε Βουλή, Έκκλησία του Δήμου και έκοψε τα δικά της νομίσματα.
Την Άνοιξη του 190 π.Χ. η Άμφισσα αντιστάθηκε σθεναρά στο Ρωμαίο ύπατο Μάνιο Ακίλιο Γλαβρίωνα, που δεν κατάφερε να την εκπορθήσει.
Κατά την περίοδο 174-160 π.Χ. η πόλη γνώρισε τις καταστροφικές συνέπειες του πολέμου μεταξύ φιλορωμμαίων Αιτολών και Εθνικιστών, και πολλά κτίριά της πυρπολήθηκαν.
Όταν ο Οκτάβιος Αύγουστος, σε ανήμνηση της νίκης του στο Άκτιο, ίδρυσε τη Νικόπολη το 27 π.Χ., πολλοί Αιτωλοί δεν υπάκουσαν να στη διαταγή του να εποικίσουν τη νέα πόλη, παρά προτίμησαν να μετοικήσουν στην Άμφισσα, όπως τους υπαγόρευαν αρχαιότατοι συγγενικοί δεσμοί. Τότε η Άμφισσα γίνεται πολυάνθρωπη και μια από τις πλέον ακμάζουσες πόλεις της Ελλάδος των αυτοκρατορικών ρωμαϊκών χρόνων, ακμή που κράτησε για τουλάχιστον δύο αιώνες.
Ακολουθεί η περίοδος της βυζαντινής χιλιετίας. Το μόνο ιστορικό τεκμήριο που διαθέτουμε για την ιστορία της πόλης είναι το "Χρονικό του Γαλαξειδίου", γραμμένο από τον Ιερομόναζο Ευθύμιο, που βρήκε, αποκατέστηε και δημοσίευσε ο Κωνσταντίνος Σάθας. Κατά το Χρονικό η πόλη ερημώθηκε από τις ορδές των Βουλγάρων του Σαμουήλ, στα τέλη του 10ου αιώνα. Αργότερα πιθανόν εποικίστηκε από Δαλματο΄τς του Σάλωνα, που της έδωσαν το όνομα Σάλωνα, σε ενάμνηση της δικής τους πατρίδας. Τότε επέστρεψαν και εγκαταστάθηκαν όσοι κάτοικοι είχαν γλυρώσει από τη σφαγή των Βουλγάρων.
Στο Μεσαίωνα οι Φράγκοι ίδρυσαν τη Βατωνία ή Αυθεντία των Σαλώνων με τη δυναστεία των Στρομονκρούρ, που κράτησε σχεδόν 100 χρόνια. Ύστερα ήρθαν οι Καταλανοί. Τα ταραγμένα εκείνα χρόνια κυβερνούσε την πόλη για λογαριασμό της χήρας του τελευταίου Καταλανού κόμη Ελένης Κατακουζηνής, ένας Φράγκος ιερέας, με την ονομασία Στράτος, τυραννικός και φιλοχρήματος. Κάποτε άρπαξε την ωραιότατη ανηψιά του Επισκόπου Σεραφείμ, τη φυλάκισε στο Κάστρο και τη σκότωσε. Η παράδοση λέι πος το Κάστρο ονομάστηκε "Κάστρο της Ωργιάς", για να τιμηθεί η όμορφη και αδικοχαμένη Αρετή.
Ο Σεραφείμ κάλεσε σε βοήθεια τους Τούρκους, που κατέλαβαν την πόλη για να την κρατήσουν σκλαβωμένη για 460 ολόκληρα χρόνια.
Το σπουδαιότερο ιστορικό γεγονός της Άμφισας κατά τους νεώτερους χρόνους είναι η αποφασιστική συμβολή της στην Επανάσταση του 1821.
Εδώ στα Σάλωνα, δόθηκε στις 24 Μαρτίου το σύνθημα του ξεσηκωμού στη Ρούμελη.
Εδώ ο Διάκος, ο Πανουργιάς, ο Γιαγτζής, ο Δυοβουνιώτης, με το φλογερό Δεσπότη Σαλώνων Ησαΐα ζώστηκαν τ' άρματα και χτύπησαν.
Στις 27 Μαρτίου 1821 τα παληκάρια του Πανουργια του Μανίκα και του Τράκα κατέλαβαν την πόλη και στις 10 Απριλίου, ανήμερα το Πάσχα, αλώθηκε το Κάστρο της Ωριάς των Σαλώνων, το πρώτο κάστρο που έπεφτε σε χέρια ελληνικά. Πατήστε στην εικόνα για λεπτομέρειες
Οι 600 έγκλειστοι Τούρκοι εξοντώθηκαν και με τα όπλα του οπλίστηκαν τα παληκάρια του Πανουργιά, για να κρατήσουν ένα χρόνο ελεύθερη τη Ρούμελη, αναχαιτίζοντας τις ορδές των Τούρκων από το Βορρά.
Η ελληνική επανάσταση κηρύχτηκε στη Ρούμελη στις 24 Μαρτίου 1821 (στο Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία Σαλώνων) και στις 27 άρχισε η πολιορκία των Σαλώνων. Σύμφωνες είναι οι πληροφορίες των Σπ. Τρικούπη, Ι. Φιλήμονος, Γκόρντον, Φινλεϊ, Κόκκινου και Κορδάτου, ενώ ο Κ. Παπαρηγόπουλος αναφέρει το γεγονός παρενθετικά, σε δυο μόνο σειρές, περιγράφοντας τα γεγονότα του 1822.
Σάλωνα
Η απόπειρα ιστορικής αποκατάστασης δεν στοχεύει στην ανάδειξη γενναίων και μη γενναίων ελλήνων, πρώτων και δεύτερων, ταχύτερων και αργοπορούντων, απλώς ενισχύει την πεποίθηση πως η ελληνική επανάσταση δεν ήταν ένα τολμηρό, άσκεφτο διάβημα ολίγων, αλλά η εφαρμογή από πολλούς και ικανούς ενός πολυμήχανου σχεδίου που προέβλεπε την ταυτόχρονη έκρηξη της σε κάποια νευραλγικά σημεία. Οι Σαλωνίτες κήρυξαν την επανάσταση σχεδόν ταυτόχρονα με τους Καλαβρυτινούς, τους Πατρινούς και τους Μανιάτες. Δεν γνωρίζουμε ποια θα ήταν η έκβαση του αγώνα αν τα Σάλωνα δεν σταματούσαν την κάθοδο των τούρκων από τα βόρεια στην Πελοπόννησο και αν δεν εμψύχωναν τους υπόδουλους, παραμένοντας λεύτερα για έναν ολόκληρο χρόνο.
Κάστρο
Η επιλογή της παρνασσίδος ως αφετηρίας του αγώνα δικαιολογείται απόλυτα από την γεωγραφική και στρατηγική της θέση , βρισκόμενη μεταξύ ανατολικής και δυτικής στερεάς Ελλάδας και απέναντι από την πελοπόννησο, αποτελούσε ένα είδος ασπίδας ικανής να ανακόψει τον επερχόμενο κίνδυνο από Λαμία ή Ήπειρο, χάρι στα στενά της Γραβιάς , της Αυλίδας και τους ορεινούς όγκους της Γκιώνας και του Παρνασσού. Τα Σάλωνα αποτελούσαν θέση κλειδί όχι μόνον λόγω της προνομιούχου θέσης τους, αλλά και χάρη στο καλά οχυρωμένο κάστρο τους. Όσες φορές τα Σάλωνα κατέχονταν από τους τούρκους, η πελοπόννησος κινδύνευε και παρέλυαν όλες οι δραστηριότητες των ελλήνων, η κυριαρχία των Οθωμανών στις διαβάσεις της Γραβιάς, της 'μπλιανης και στο Κρισσαίο πεδίο ήταν μια σοβαρή απειλή όχι μόνον για την πελοπόννησο αλλά και για την αττική.
Επίσκοπος Ησαΐας
Δίκαια τα Σάλωνα τιμήθηκαν ως πρώτη πρωτεύουσα της ανατολικής χέρσου Ελλάδος, αφού εξεγέρθηκαν πρώτα μεταξύ πρώτων, όπως άρμοζε στη θέση τους. Του ξεσηκωμού αυτού ηγήθηκε ο κλεφταρματολός Πανουργιάς, ενώ τον ευλόγησε ο επίσκοπος Ησαΐας, ο μόνος Έλληνας Δεσπότης που πολέμησε και τελικά θυσιάστηκε.
Ο Μάρτιος του 1821 βρήκε τα Σάλωνα έρημα από άντρες. Όλοι τους ήταν απασχολημένοι με την προετοιμασία του αγώνα. Οι Ξεπλαταίοι, οι Φλωκαίοι, οι Ματζιναίοι και πολλοί άλλοι είχαν αναλάβει την κατασκευή της μπαρούτης, στα σπήλαια προς το μέρος της Αγιαθυμιάς και του Γαλαξειδιού. Κάτω από την επίβλεψη του Χριστόφορου Φλώκου άλλοι έβγαζαν νίτρο από την κοπριά των γιδιών, άλλοι έφτιαχναν τα καρβουνά από τις ασφάκες και τα κλήματα και άλλοι χτυπούσαν τη μάζα στους λαξευμένους λάκκους των βράχων. Μόλις τα πολεμοφόδια ήταν έτοιμα , κατέβαιναν οι καλόγεροι του Προφήτη Ηλία με τα μουλάρια και την νύχτα τα ανέβαζαν στο απέναντι βουνό Μετόχι.
Γιάννης Γκούρας Πανουργιάς
Οι επιχειρήσεις ξεκίνησαν τη νύχτα της 24ης προς την 25η Μαρτίου, ο Πανουργιάς δίχως να χάσει χρόνο κήρυξε την επανάσταση στην περιφέρεια των Σαλώνων κι έστειλε τον γαμπρό του και υπαρχηγό του Θανάση Μανικά μαζί με τον Παπανδρέα από την Κουκουβίστα να στρατολογήσουν στα Βλαχοχώρια της Δωρίδας όσους μπορούσαν να φέρουν όπλα, τον δε ανιψιό του Γιάννη Γκούρα στο χωριό Αι-Γιώργης κοντά στα Σάλωνα, για νάρθει σε επαφή με τους Γαλαξειδιώτες, ζητώντας σύμπραξη. Οι θαρραλέοι Γαλαξειδιώτες δέχτηκαν με ομόφωνο ενθουσιασμό το επαναστατικό κίνημα και ανακήρυξαν τον Γκούρα αρχηγό τους. Η συμμετοχή αυτή του Γαλαξειδίου είχε εξαιρετική σημασία. Δεν αύξανε μόνο το έτοιμο να κινηθεί πολεμικό σώμα του Πανουργιά, αλλά και του προσέφερε την συμβολή της θαλάσσης. Το Γαλαξίδι διέθετε 40 πλοία μεγάλα και μικρά, ικανά να εκμηδενίσουν την απειλή των τουρκικών πλοίων που ευρίσκονταν στον λιμένα της Ναυπάκτου. Εξασφαλίζετο λοιπόν η ελευθέρια του κορινθιακού κόλπου και η ανακοπή των συγκοινωνιών των τούρκων της περιφέρειας, καθώς και η επικοινωνία με τους πελοποννησίους. Τόσο ενθουσιάστηκε ο Γκούρας που δεν περίμενε να συνεννοηθεί με τον Πανουργιά, με τους 150 μαχητές του στάθμευσε τη νύχτα στο χωριό Αι-Γιώργης απ' όπου έστειλε γράμμα στον Πανουργιά, στον Προφήτη Ηλία, δηλώνοντας την επιθυμία του να << βαρέσει ταχιά τα Σάλωνα >> και ζητώντας άμεση βοήθεια. Ο Πανουργιας, γνωρίζοντας την αποφασιστικότητά του, έσπευσε να στείλει αγγελιοφόρο ζητώντας του να μην επιτεθεί έως ότου πάρει νεώτερη διαταγή του και να μην καταστρέψει από βιασύνη την επανάσταση. Ευτυχώς, ο Γκουρας συγκρατήθηκε.
Στους τούρκους των Σαλώνων είχαν προστεθεί και αρκετοί ομοεθνείς τους από το Αίγιο, διωγμένοι από τον επικείμενο κίνδυνο της επανάστασης. Ο τρόμος τους οδήγησε να οχυρωθούν στο ακατοίκητο τότε κάστρο μαζί με τις οικογένειές τους. Εξακόσιοι ένοπλοι κλείστηκαν εκεί αφού ζήτησαν βοήθεια από τις γειτονικές πόλεις. Για να ενισχύσει ο Πανουργιας τις ασθενέστερες αριθμητικά ελληνικές δυνάμεις, μεταχειρίστηκε ένα εκπληκτικό τέχνασμα, φρόντισε να φτάσουν στα σημεία που βρίσκονταν οι αρχηγοί των τμημάτων του ψεύτικες ειδήσεις <<αυτόπτη μαρτυρά>>, που δήθεν είχε δει στον όρμο των Σαλωνων ρωσικά καράβια.
<<Τι περιμένετε, λοιπόν, ακόμα>>; φώναξαν ενθουσιασμένοι οι οπλαρχηγοί. Το ηθικό των επαναστατών αναπτερώθηκε και ορμητικά άρχισαν να συρρέουν από όλη την Φωκίδα οι εθελοντές, φτάνοντας τελικά τους 520.
Στις 27 Μαρτίου, ξημερώματα, τα Σάλωνα βρέθηκαν σε κατάσταση πολιορκίας. Στη μια μετά τα μεσάνυχτα δόθηκε το σύνθημα. Η πρώτη μεγάλη φωτιά φάνηκε στο Παλουμάκι της Δεσφίνας και ακολούθησαν οι άλλες στο Μετόχι του Προφήτη Ηλία, στον Κόφινα κοντά στα Λιβαδάκια, στον Αι-Θανάση στο ρέμα της Μηλιάς και στην Κουτσουρέρα πάνω από την Αγια-Θυμιά. Τα παλικαριά συγκεντρώθηκαν έξω από την πόλη σε τρία τμήματα: το αριστερό διοικούσε ο Γκούρας, το δεξιό ο Παπαντριάς και ο Θανάσης Μανίκας και το κέντρο ο Πανουργιάς. Οι Γαλαξιδιώτες έφεραν ψιλά όπλα, πολεμοφόδια και μικρά κανόνια από τα καραβιά τους. Ανάμεσά τους διακρινόταν ο Ιωάννης Καραλίβανος , αξιωματικός για πολλά χρόνια στα τούρκικα πλοία, και οι γενναίοι οπλαρχηγοί Γιάννης και Νικολάκης Μητρόπουλος. Η επίθεση άρτια οργανωμένη κράτησε 4 ώρες. Καθώς οι τούρκοι υποχωρούσαν για να κλειστούν στο κάστρο, ένας σκοπευτής τους, οχυρωμένος στα τούρκικα λουτρά (χαμάμ) έριξε και το βόλι βρήκε τον άτυχο Σταμάτη Τράκα στο μέτωπο. Ήταν ο πρώτος νεκρός στην πρώτη επίσημη μάχη της επαναστημένης Ρούμελης. Ο πατέρας του Θόδωρος Τράκας, βλέποντας νεκρό το παιδί του, έσφιξε την καρδιά και είπε στους στρατιώτες: <<Γάμος χωρίς σφαχτά δεν γίνεται>>. Οι ελάχιστοι αρβανίτες που ξέμειναν στην πόλη παραδόθηκαν και βρήκαν μαρτυρικό θάνατο. Ωστόσο, οι Σαλωνίτες έκρυψαν για πολλές μέρες μέσα σε κάδους και πιθάρια τούρκικες οικογένειες με τις οποίες συνδέονταν φιλικά. Στην οικία του Αναγνώστη Κεχαγιά υψώθηκε το λάβαρο της επαναστάσεως.
Αμέσως συγκροτήθηκε Ελληνική Διοίκηση. Την αποτελούσαν οι Αναγνώστης Κεχαγιάς, Αναγνώστης Γιαγτζής, Ρήγας Κοντορήγας, Γιωργάκης Παπαηλιόπουλος, Ηλίας Κόκκαλης, Ευστάθιος Μαρκίδης ή Μαρκόπουλος, Δεστερλής, Βασίλειος Χαντζάρας, Ευθύμιος Κρανάκης, Παπαιωάννης Οικονόμος και Χαρίτος με πρόεδρο τον Επίσκοπο Ησαΐα.
Την ίδια μέρα άρχισε η πολιορκία του κάστρου. Τα μπρούτζινα Γαλαξειδιώτικα κανόνια στήθηκαν στο σπίτι του Στράγκα, που βρισκόταν στο άκρο της πόλης. Με τους πρώτους πυροβολισμούς σκοτώθηκαν μια γυναίκα και δυο παιδιά και καταστράφηκαν δυο φορτώματα άλευρα των τούρκων. Καθώς όμως, οι υπόλοιποι πυροβολισμοί πήγαιναν χαμένοι, τα κανόνια μεταφέρθηκαν στα Μνήματα, πάνω από την συνοικία Χάρμαινα, κοντά στο στρατηγείο του Πανουργιά. Οι τούρκοι αρνούνταν να παραδοθούν, ελπίζοντας σε ενισχύσεις από Εύβοια και Λαμία. Ο Πανουργιάς κάλεσε τους οπλαρχηγούς σε συμβούλιο, καμία πρόταση δεν φαινόταν αρκετά καλή, μέχρι που πήρε το λόγο ο Καραπλής. Ζήτησε μαραγκούς, σανίδια και πάτερα. Ήταν πρωταπριλιά, παραμονή του Λάζαρου. Στο χώρο κάτω από τα πηγάδια, ο Καραπλής κατασκεύασε σκαλωσιές και ανέβηκε μαζί με 30-40 παλικάρια , γκρεμίζοντας την στο τέλος.
<< Πως θα γυρίσουμε πίσω>>; ρώτησε κάποιος.
<<Εδώ ήρθαμε για να νικήσουμε ή να σκοτωθούμε>>, απάντησε ο Καραπλης. Το πρωί των Βαΐων ένας τούρκος κατέβηκε για νερό στα "πηγάδια". Μια μπαταριά και ξαπλώθηκε νεκρός. Χωρίς νερό, οι εχθροί περιήλθαν σε δεινή θέση. Η απόπειρά τους να καταλάβουν την πηγή στις 8 Απριλίου, έληξε άδοξα με 13 τούρκους νεκρούς, ανάμεσά τους και το πρωτοπαλίκαρο Χάιτας. Μη αντέχοντας την διψά, οι τούρκοι βρέθηκαν σε απόγνωση και έστειλαν τους μπέηδες να διαπραγματευτούν, ο Πανουργιάς τους υποσχέθηκε ασφάλεια ζωής, τιμής και περιουσίας. Στις 10 Απριλίου, ανήμερα της Λαμπρής, άνοιξε η πύλη του κάστρου και οι τούρκοι άρχισαν να βγαίνουν παραδίδοντας τα όπλα στον Πανουργιά, μετά από 13 μέρες πολιορκίας. Το πρώτο ελεύθερο Πάσχα μετά από 4 αιώνες σκλαβιάς. Παρά την συνθήκη οι τούρκοι δολοφονούνταν άγρια από οποίον Έλληνα τους έβρισκε απομονωμένους. Πώς να ξεχαστούν τόσα χρόνια καταπίεσης, εξευτελισμών και βασανιστηρίων;
Γιάννης Δυοβουνιώτης
Και όταν έφτασε το μαντάτο ότι οι τούρκοι της Λαμίας ετοιμάζονταν να καταλάβουν τα Σάλωνα, ο Πανουργιάς, για να μην έχει μπρος και πίσω του εχθρούς, αποφάσισε να εξοντώσει όλους τους τούρκους. Η απόφαση πάρθηκε σε σύσκεψη με τους Διάκο και Δυοβουνιώτη. <<Απόφασης τοιαύτη κρίνεται βεβαίως και παράσπονδη και σκληρά, λαμβανομένης όμως υποψιών της εποχής, ως και του ηθικού των τούρκων, ωμολόγηται εξεναντίας έργον απολύτου ανάγκης>>. Ο μόνος που γλίτωσε ήταν ο Οσμάν μπέης, χάρη στη φιλική συμπεριφορά που επέδειξε, όντας γενικός διοικητής των Σαλώνων, κυρίως με την άρνησή του να δολοφονηθούν τα παιδιά των δημογερόντων που είχαν συλληφθεί ως αντίποινα στην αρχή της επανάστασης. Οι Έλληνες τον αντάλλαξαν με δυο δικά μας παλικάρια στα Γιάννενα. Όταν δεν είχε μείνει ούτε ένας τούρκος ζωντανός, ο Πανουργιάς έδωσε διαταγή να ασφαλιστούν καλά τα πορτοπαράθυρα δυο σπιτιών και να συγκεντρωθούν εκεί οι τούρκικες οικογένειες για να γλιτώσουν - δήθεν - από ληστρική αρβανίτικη επιδρομή. Τα σπίτια πυρπολήθηκαν και τα γυναικόπαιδα των τούρκων κάηκαν ζωντανά. Στοματική παράδοση αναφέρει πως στην συνοικία<<Μάρμαρα>>, μεταξύ <<Γκιριζιού>> και <<Μάνδρας>>, ο Ταγκαλής έκαψε τα γυναικόπαιδα των τούρκων στο σπίτι του Γιάννη Στουρνάρα. Οι γείτονες διηγούνταν ότι άκουγαν τις σπαρακτικές κραυγές των τουρκισών:
<<Γιαλελή, Γιαλελή μη μας καίς Ταγκαλή>>.

Ο Μητρόπουλος στήνει τη σημαία στο κάστρο των Σαλώνων
Η κήρυξη της επανάστασης στα Σάλωνα και το πάρσιμο του κάστρου τους έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στη μετέπειτα εξέλιξη του Αγώνα. Οι Έλληνες οπλίστηκαν με 600 όπλα και ανάλογα πολεμοφόδια, λάφυρα από τους έγκλειστους. Ο Παπαηλιόπουλος ανέλαβε το ταμείο της επαναστατημένης επαρχίας, φροντίζοντας να βοηθήσει και τις γειτονικές επαρχίες : Λιδωρίκι, Υπάτη, Καρπενήσι, Αταλάντη, Λιβαδειά. Οι ειδήσεις απλώνονταν σαν αστραπή. Στις 28 Μαρτίου 1821 ο Δήμος Σκαλτσάς, οπλαρχηγός Λιδωρικίου και Μαλανδρίνου, αμέσως μόλις έμαθε για την κατάληψη των Σαλώνων, συνεννοήθηκε με τον Αναγνώστη Λιδωρίκι, τον παπα-Γιώργη Πολίτη και άλλους προεστούς των δύο επαρχιών και με 60 δικούς τους αρματολούς και όσους μπορούσαν να φέρουν όπλα, ύψωσαν την σημαία της ελευθερίας. Μετά την άλωση του κάστρου των Σαλώνων , οι Σαλωνίτες οπλαρχηγοί τράπηκαν προς βορρά. Ο Δυοβουνιώτης προέλασε προς τη Μεδενίτσα και το Τουρκοχώρι της Ελάτειας, κηρύσσοντας την επανάσταση και κυριεύοντας το μεσαιωνικό κάστρο της Βοδονίτσας (18 Απριλίου 1821). Ο Πανουργιας, μαζί με τον επίσκοπο Ησαΐα, προέλασαν, μέσω Γραβιάς, προς την Μονή Δαμάστας και από κει στο χωριό του Μουσταφάμπεη (Ηράκλεια) το οποίο και κατέλαβαν στις 20 Απριλίου 1821.
Η μεγάλη νίκη των Ελλήνων στα Βασιλικά, στις 28 Αυγούστου του 1821, ήταν ανεπιφύλακτα συνέπεια της άλωσης του κάστρου των Σαλώνων. Οι Γκουρας, Δυοβουνιώτης και Πανουργιάς με τα ψυχωμένα παλικάρια τους, εκτελώντας στρατηγικό τέχνασμα του Δυοβουνιώτη, συνέτριψαν στρατό δεκαπλάσιο των τούρκων του Μπειράν πασά και ματαίωσαν κάθε ενδεχόμενο καθόδου τους στην Πελοπόννησο. Έδωσαν, έτσι, την ευκαιρία στους πελοποννήσιους να συνεχίσουν τον αγώνα τους και την πολιορκία της Τριπολιτσάς.
Τα Σάλωνα έμειναν ελεύθερα κατά τον πρώτο χρόνο της επανάστασης, η πρωτόγνωρη αυτή αίσθηση ελευθέριας έγινε μήνυμα ελπίδας για τον υπόδουλο Ελληνισμό και το κάστρο των Σαλώνων, το πρώτο κάστρο που έπεφτε σε χέρια Ελληνικά, απόρθητο σύμβολο της επανάστασης που σαν άνεμος είχε αρχίσει να σαρώνει την τούρκικη τυραννία.
Πηγή: www.fokida.gr - Ερευνητή - Ιστορικό Δρόσο Κραββαρτόγιαννο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

συνολικες επισκεψεις