Του Χρίστου Ε. Μαυρόπουλου
ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΙΩΑΝΝΗΣ ΛΟΥΚΑΣ
Είχενε πια τελειώσει ο πόλεμος, κι αναμαζεύαμε τα όνειρα
μας, τις προσδοκίες της άτυχης γενιάς μας, τ’ απομεινάρια των καμένων μας σπιτιώνε, την πίκρα της γης και των καρπώνε, ενός Αγίου το μαυρισμένο εικόνισμα, της άμοιρης ψυχής μας το ξεσκόλισμα, αναλωμένους ήρωες, και φίλους μας νεκρούς…
Ξαναγεννιόμασταν αγάλι-αγάλι, με πόνους και καημούς !
μας, τις προσδοκίες της άτυχης γενιάς μας, τ’ απομεινάρια των καμένων μας σπιτιώνε, την πίκρα της γης και των καρπώνε, ενός Αγίου το μαυρισμένο εικόνισμα, της άμοιρης ψυχής μας το ξεσκόλισμα, αναλωμένους ήρωες, και φίλους μας νεκρούς…
Ξαναγεννιόμασταν αγάλι-αγάλι, με πόνους και καημούς !
Κι ήτανε και μια συφοριασμένη αρρώστια, που ’ρχότανε από μακριά, πριν απ’ τον πόλεμο, και πέρασε μεσ’ απ’ την καταιγίδακαι άντεξε, και έφτασε ως το κατόπι του, παρά τα μέτρα τα προληπτικά !